Το Proficiency του Πανεπιστημίου Cambridge και το Proficiency του Πανεπιστημίου Michigan είναι δύο εξαιρετικές πιστοποιήσεις κι αποτελούν μεγάλο προσόν σε ένα βιογραφικό. Αξιολογούν την κατανόηση και την παραγωγή γραπτού και προφορικού λόγου και πιστοποιούν ότι ο κάτοχός τους διαθέτει τις απαιτούμενες γνώσεις για να επικοινωνήσει με άνεση, να σπουδάσει σε ανώτατα ακαδημαϊκά ιδρύματα και να εργαστεί σε ανώτερες θέσεις. Χαίρουν και τα δύο εξαιρετικού κύρους κι αναγνωρισιμότητας από χιλιάδες επιχειρήσεις κι εκπαιδευτικούς οργανισμούς παγκοσμίως. Λογικό είναι λοιπόν, όταν έρχεται η ώρα να επιλέξουμε σε ποιο πτυχίο θα εξεταστούμε, να αναδύεται το ερώτημα: Cambridge ή Michigan;
Το Proficiency του Cambridge δίνει περισσότερη ώρα στους εξεταζόμενους για να ολοκληρώσουν όλες τις ασκήσεις. Έτσι, έχουν χρόνο να τις ολοκληρώσουν και να τις ελέγξουν, χωρίς να πιέζονται. Ακόμα ένα θετικό είναι το γεγονός πως γίνεται συμψηφισμός των μερών της εξέτασης. Αυτό σημαίνει πως, αν σε ένα μέρος ο εξεταζόμενος είναι πιο αδύναμος, μπορεί ακόμα να επιτύχει στις εξετάσεις αν έχει καλά αποτελέσματα σε άλλο μέρος. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να έχουμε κατά νου είναι πως πρόκειται για μία απαιτητική εξέταση, που απαιτεί καλή γνώση γραμματικής και λεξιλογίου.
Από την άλλη, το Proficiency του Michigan είναι μία σύντομη εξέταση που δεν κουράζει τον εξεταζόμενο. Οι ασκήσεις της είναι πολλαπλής επιλογής, πράγμα που σημαίνει πως, ακόμα κι αν ο εξεταζόμενος δεν είναι σίγουρος για την απάντηση, μπορεί να επιλέξει μία στην τύχει. Ακόμα, βλέποντας τις πιθανές απαντήσεις, ενδέχεται να αναγνωρίσει τη σωστή απάντηση, ακόμα κι αν δεν την ξέρει. Ωστόσο, αυτή η εξέταση απαιτεί γρήγορες αποφάσεις, λόγω του περιορισμένου χρόνου.